<< Ποιος είπε, λοιπόν, ότι δεν υπάρχει διαπραγμάτευση της Κυβέρνησης με την τρόικα ή ακόμα και «επιτυχίες» με αναβολές ή ματαιώσεις μέτρων που απαιτούσε η τελευταία; Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι οι διαπραγματεύσεις αυτές γίνονται για χάρη αυτών που δεν πλήρωσαν ποτέ για τη χρήση δημόσιων πόρων και δεν θέλουν να πληρώσουν ούτε και τώρα!>>
(Το θέμα-αποκάλυψη του περιοδικού Digital TV info που κυκλοφορεί στα περίπτερα)
Του Δημήτρη Ευσταθιάδη
Το φάσμα των συχνοτήτων αποτελεί διεθνώς έναν σπάνιο και πολύτιμο δημόσιο πόρο. Σπάνιο, γιατί οι περιοχές του, που μπορούν να αξιοποιηθούν από την υπάρχουσα τεχνολογία, έχουν περιορισμένο εύρος. Πολύτιμο, γιατί στην ιστορική περίοδο που διανύουμε, αυτήν της παγκοσμιοποιημένης έκρηξης των επικοινωνιών, η ζήτηση από τους επίδοξους παρόχους υπηρεσιών είναι πάντοτε μεγαλύτερη από το διαθέσιμο για τις αντίστοιχες υπηρεσίες εύρος. Δημόσιο, γιατί ανήκει στη δημόσια περιουσία του κράτους και όχι στην «ιδιωτική», όπως για παράδειγμα θα ήταν ένα ακίνητο που ανήκει στο κράτος και χρησιμοποιείται απλώς για εκμετάλλευση. Είναι πόρος, γιατί μια ευνομούμενη χώρα, αφού διατηρήσει το μέρος εκείνο των συχνοτήτων που εξυπηρετεί τις απαραίτητες δημόσιες υπηρεσίες, οφείλει να εκμισθώνει για μεγάλα χρονικά διαστήματα (και όχι βεβαίως να πωλεί) το υπόλοιπο μέρος στους παρόχους των αντίστοιχων υπηρεσιών που ενδιαφέρονται να επενδύσουν μετά από δημοπράτηση και διεξαγωγή ανοικτού διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού, ώστε να προσκομίσει το μέγιστο δυνατό όφελος για το δημόσιο συμφέρον.
Για να δούμε, όμως, πώς έχει χειριστεί και πώς συνεχίζει να χειρίζεται η ελληνική πολιτεία αυτόν το δημόσιο πόρο, με το χαρακτηριστικό παράδειγμα της περιοχής των συχνοτήτων που προορίζονται για τηλεοπτική χρήση.
Αρχικά, όταν εμφανίστηκε η ιδιωτική τηλεόραση, η ελληνική πολιτεία επέτρεψε την αυθαίρετη και άνευ ανταλλάγματος κατάληψη των τηλεοπτικών συχνοτήτων από διάφορους επιχειρηματίες, που θέλησαν μέσω του ελέγχου κάποιου ή κάποιων τηλεοπτικών σταθμών να ενισχύσουν τη θέση που κατείχαν μέχρι τότε στις αγορές που είχαν επενδύσει. Η ισχύς και οι σχέσεις διαπλοκής που απέκτησαν και εγκαθίδρυσαν με τις αντίστοιχες κυβερνήσεις, οδήγησαν όχι μόνο στο να μην υπάρξει καμία δίωξη εναντίον τους για την υφαρπαγή και διαρκή χρήση ενός σπάνιου και πολύτιμου δημόσιου πόρου, αλλά ούτε καν οικονομική απαίτηση από την πολιτεία για περισσότερο από μία δεκαετία.
Αργότερα, προχώρησαν ένα βήμα παρακάτω.
Το φάσμα των συχνοτήτων αποτελεί διεθνώς έναν σπάνιο και πολύτιμο δημόσιο πόρο. Σπάνιο, γιατί οι περιοχές του, που μπορούν να αξιοποιηθούν από την υπάρχουσα τεχνολογία, έχουν περιορισμένο εύρος. Πολύτιμο, γιατί στην ιστορική περίοδο που διανύουμε, αυτήν της παγκοσμιοποιημένης έκρηξης των επικοινωνιών, η ζήτηση από τους επίδοξους παρόχους υπηρεσιών είναι πάντοτε μεγαλύτερη από το διαθέσιμο για τις αντίστοιχες υπηρεσίες εύρος. Δημόσιο, γιατί ανήκει στη δημόσια περιουσία του κράτους και όχι στην «ιδιωτική», όπως για παράδειγμα θα ήταν ένα ακίνητο που ανήκει στο κράτος και χρησιμοποιείται απλώς για εκμετάλλευση. Είναι πόρος, γιατί μια ευνομούμενη χώρα, αφού διατηρήσει το μέρος εκείνο των συχνοτήτων που εξυπηρετεί τις απαραίτητες δημόσιες υπηρεσίες, οφείλει να εκμισθώνει για μεγάλα χρονικά διαστήματα (και όχι βεβαίως να πωλεί) το υπόλοιπο μέρος στους παρόχους των αντίστοιχων υπηρεσιών που ενδιαφέρονται να επενδύσουν μετά από δημοπράτηση και διεξαγωγή ανοικτού διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού, ώστε να προσκομίσει το μέγιστο δυνατό όφελος για το δημόσιο συμφέρον.
Για να δούμε, όμως, πώς έχει χειριστεί και πώς συνεχίζει να χειρίζεται η ελληνική πολιτεία αυτόν το δημόσιο πόρο, με το χαρακτηριστικό παράδειγμα της περιοχής των συχνοτήτων που προορίζονται για τηλεοπτική χρήση.
Αρχικά, όταν εμφανίστηκε η ιδιωτική τηλεόραση, η ελληνική πολιτεία επέτρεψε την αυθαίρετη και άνευ ανταλλάγματος κατάληψη των τηλεοπτικών συχνοτήτων από διάφορους επιχειρηματίες, που θέλησαν μέσω του ελέγχου κάποιου ή κάποιων τηλεοπτικών σταθμών να ενισχύσουν τη θέση που κατείχαν μέχρι τότε στις αγορές που είχαν επενδύσει. Η ισχύς και οι σχέσεις διαπλοκής που απέκτησαν και εγκαθίδρυσαν με τις αντίστοιχες κυβερνήσεις, οδήγησαν όχι μόνο στο να μην υπάρξει καμία δίωξη εναντίον τους για την υφαρπαγή και διαρκή χρήση ενός σπάνιου και πολύτιμου δημόσιου πόρου, αλλά ούτε καν οικονομική απαίτηση από την πολιτεία για περισσότερο από μία δεκαετία.
Αργότερα, προχώρησαν ένα βήμα παρακάτω.
Κατόρθωσαν, στις αρχές της δεκαετίας 2000, να επιβάλλουν τη θεσμοθέτηση του status quo που είχε δημιουργηθεί, υποχρεώνοντας την ελληνική πολιτεία να τους διαθέσει «προσωρινές» άδειες εν όψει ενός διαγωνισμού που θα προκηρυσσόταν για την αδειοδότηση, ο οποίος όμως δεν έγινε ποτέ. Οι «προσωρινές» άδειες, παρά την αντίθετη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανανεώνονται από τότε ανελλιπώς.
Το 2007 με τον νόμο 3592 αποφασίστηκε οι τηλεοπτικοί σταθμοί να πληρώνουν για τη χρήση συχνοτήτων αναλογικής τηλεοπτικής μετάδοσης το 2% των ακαθάριστων εσόδων τους. Αυτό, ουδέποτε εφαρμόστηκε, αφού με αλλεπάλληλες υπουργικές αποφάσεις το 2%, μετατρεπόταν σε 0,1% στις περισσότερες περιπτώσεις ή 0,2%.
Οι μόνες «επιτυχείς» διαπραγματεύσεις με την τρόικα
Μετά την έλευση της τρόικας, θα περίμενε κανείς ότι στην υποτιθέμενη προσπάθεια να μπει μια τάξη στις τηλεοπτικές συχνότητες και να ενισχυθούν τα κρατικά έσοδα από τη διάθεσή τους, θα έπρεπε να συνεισφέρουν και οι αυθαίρετοι καταληψίες και προσωρινοί αδειούχοι, που μέχρι τότε δεν είχαν πληρώσει. Αλίμονο όμως, γιατί τα γεγονότα μαρτυρούν το αντίθετο:
1. Με το νόμο 3845/10, άρθρο 5, παρ. 12 επιβάλλεται ένας φόρος 20% επί των διαφημίσεων σε όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Εν τούτοις, η «άτεγκτη» στους αδύναμους τρόικα ανέχεται και εγκρίνει τη συνεχή μετάθεση της ημερομηνίας εφαρμογής του φόρου αυτού με αλλεπάλληλες τροπολογίες σε άσχετους νόμους και τελευταία με πράξη νομοθετικού περιεχομένου στις 31/12/2012(!), οπότε και μετατέθηκε η εφαρμογή του για το 2014.
2. Στον προϋπολογισμό του 2012 είχαν προϋπολογιστεί (επιβεβλημένα από την τρόικα) 300 εκατομμύρια ευρώ, που θα εξοικονομούνταν από τη διάθεση του ψηφιακού μερίσματος (πρώην τηλεοπτικοί δίαυλοι 61-69). Κάτι τέτοιο προϋπέθετε βεβαίως την ολοκλήρωση της μετάβασης στην ψηφιακή τηλεόραση, ώστε να απελευθερωθούν οι προς διάθεση δίαυλοι. Αφήνοντας ασχολίαστο τον ερασιτεχνισμό της συγκρότησης του προϋπολογισμού, αφού όλοι γνώριζαν ότι ήταν ανέφικτος ο στόχος της ολοκλήρωσης της ψηφιακής μετάβασης εντός του 2012, εντούτοις ουδεμία αντίδραση υπήρξε ούτε και σ’ αυτό από την τρόικα. Δεν θα αφήσουμε ασχολίαστο, όμως, το γεγονός ότι τα αναβληθέντα έσοδα από το ψηφιακό μέρισμα που μετατέθηκαν για το 2014, διατέθηκαν στο ΤΑΙΠΕΔ (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου), ενώ δεν αποτελούν ιδιωτική, αλλά δημόσια περιουσία του κράτους, όπως εξηγήσαμε προηγουμένως.
3. Μία προσπάθεια να μπει μια τάξη πήγε να γίνει με το χάρτη ψηφιακών συχνοτήτων. Μετά από διαγωνισμό, από τον οποίο αναδείχθηκαν οι μελετητές, δόθηκε σε διαβούλευση όπως προβλεπόταν η τελική μελέτη. Πριν καλά – καλά τελειώσει η διαβούλευση, υπογράφεται η ΚΥΑ του χάρτη συχνοτήτων, που διαφέρει σε μεγάλο βαθμό από το χάρτη της διαβούλευσης. Ταυτόχρονα κυκλοφορούν φήμες ότι η τελική ΚΥΑ συντάχθηκε ουσιαστικά από την Digea. Αν κανείς εντοπίσει τις διαφορές, θα διαπιστώσει ότι οι φήμες αυτές έχουν βάση. Τα 295 σημεία εκπομπής του αρχικού σχεδίου μετατρέπονται σε μόνον 156, ώστε να μειωθεί το κόστος των επενδύσεων των παρόχων δικτύου. Η υπόλοιπη κάλυψη ανατίθεται (χωρίς σχέδιο) σε μικρούς αναμεταδότες (gap fillers), που θα τοποθετηθούν χωρίς αδειοδότηση εντός αστικών περιοχών. Το κυριότερο όμως είναι ότι, όπως προκύπτει από σχέδιο της Γ.Γ. Επικοινωνιών του Υπουργείου Ανάπτυξης, η αγορά των αναμεταδοτών ανατίθεται στις Δημοτικές Αρχές κάθε περιοχής. Αυτό σημαίνει ότι και πάλι οι πολίτες θα πληρώσουν τουλάχιστον το μισό (ίσως και παραπάνω) κόστος της ψηφιακής μετάβασης, το οποίο υποτίθεται θα έπρεπε να επωμιστούν αυτοί που θα αναδειχθούν πάροχοι δικτύου. Είναι μια ακόμα κλασσική χρηματοδότηση ιδιωτικών συμφερόντων από τον Έλληνα πολίτη.
4. Θα αναρωτηθεί κανείς, γιατί η Digea, μια κοινοπραξία των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών, αναλαμβάνει τόσο ενεργό ρόλο στο σχεδιασμό της ψηφιακής τηλεόρασης, αφού δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων τα αποτελέσματα της δημοπράτησης, αν δηλαδή θα είναι πάροχος δικτύου στη φάση της τελικής μετάβασης στην ψηφιακή τηλεόραση; Η Digea προβάλλει τον ισχυρισμό ότι αφού επένδυσε ως πάροχος για τα 10 μέχρι στιγμής σημεία της πρώτης φάσης, θα πρέπει να είναι de facto πάροχος και για τα υπόλοιπα 146 σημεία και μάλιστα χωρίς να πληρώνει για τις συχνότητες που θα πάρει, γιατί πληρώνει για επενδύσεις! Εύλογο επιχείρημα ιδιωτικού συμφέροντος. Είναι όμως δυνατόν να γίνει αποδεκτό από αυτούς που εκπροσωπούν το δημόσιο συμφέρον; Ελπίζουμε να μας διαψεύσουν τα γεγονότα, αλλά η μέχρι τώρα στάση της κυβέρνησης άλλα δείχνει. Η ανακοίνωση για την κατανομή των συχνοτήτων σε παρόχους δικτύου ανά περιοχή και οι διαδικασίες αδειοδότησης (βλέπε δημοπράτηση) είχε προβλεφθεί από το δεύτερο μνημόνιο να έχει ολοκληρωθεί έως 31/03/2013. Δύο ημέρες πριν τη λήξη της προθεσμίας αυτής, ο Γ.Γ. Επικοινωνιών ανακοίνωσε σε συνέδριο της ΕΕΤΤ ότι η ημερομηνία αυτή μετατίθεται για τις 30/6/2013. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο υφυπουργός Επικρατείας κ. Κεδίκογλου που το επανέλαβε, δεν μίλησε για δημοπράτηση ή για διαγωνισμό. Εντύπωση επίσης προκαλεί και η αποδοχή της αναβολής αυτής από την τρόικα.
Το 2007 με τον νόμο 3592 αποφασίστηκε οι τηλεοπτικοί σταθμοί να πληρώνουν για τη χρήση συχνοτήτων αναλογικής τηλεοπτικής μετάδοσης το 2% των ακαθάριστων εσόδων τους. Αυτό, ουδέποτε εφαρμόστηκε, αφού με αλλεπάλληλες υπουργικές αποφάσεις το 2%, μετατρεπόταν σε 0,1% στις περισσότερες περιπτώσεις ή 0,2%.
Οι μόνες «επιτυχείς» διαπραγματεύσεις με την τρόικα
Μετά την έλευση της τρόικας, θα περίμενε κανείς ότι στην υποτιθέμενη προσπάθεια να μπει μια τάξη στις τηλεοπτικές συχνότητες και να ενισχυθούν τα κρατικά έσοδα από τη διάθεσή τους, θα έπρεπε να συνεισφέρουν και οι αυθαίρετοι καταληψίες και προσωρινοί αδειούχοι, που μέχρι τότε δεν είχαν πληρώσει. Αλίμονο όμως, γιατί τα γεγονότα μαρτυρούν το αντίθετο:
1. Με το νόμο 3845/10, άρθρο 5, παρ. 12 επιβάλλεται ένας φόρος 20% επί των διαφημίσεων σε όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Εν τούτοις, η «άτεγκτη» στους αδύναμους τρόικα ανέχεται και εγκρίνει τη συνεχή μετάθεση της ημερομηνίας εφαρμογής του φόρου αυτού με αλλεπάλληλες τροπολογίες σε άσχετους νόμους και τελευταία με πράξη νομοθετικού περιεχομένου στις 31/12/2012(!), οπότε και μετατέθηκε η εφαρμογή του για το 2014.
2. Στον προϋπολογισμό του 2012 είχαν προϋπολογιστεί (επιβεβλημένα από την τρόικα) 300 εκατομμύρια ευρώ, που θα εξοικονομούνταν από τη διάθεση του ψηφιακού μερίσματος (πρώην τηλεοπτικοί δίαυλοι 61-69). Κάτι τέτοιο προϋπέθετε βεβαίως την ολοκλήρωση της μετάβασης στην ψηφιακή τηλεόραση, ώστε να απελευθερωθούν οι προς διάθεση δίαυλοι. Αφήνοντας ασχολίαστο τον ερασιτεχνισμό της συγκρότησης του προϋπολογισμού, αφού όλοι γνώριζαν ότι ήταν ανέφικτος ο στόχος της ολοκλήρωσης της ψηφιακής μετάβασης εντός του 2012, εντούτοις ουδεμία αντίδραση υπήρξε ούτε και σ’ αυτό από την τρόικα. Δεν θα αφήσουμε ασχολίαστο, όμως, το γεγονός ότι τα αναβληθέντα έσοδα από το ψηφιακό μέρισμα που μετατέθηκαν για το 2014, διατέθηκαν στο ΤΑΙΠΕΔ (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου), ενώ δεν αποτελούν ιδιωτική, αλλά δημόσια περιουσία του κράτους, όπως εξηγήσαμε προηγουμένως.
3. Μία προσπάθεια να μπει μια τάξη πήγε να γίνει με το χάρτη ψηφιακών συχνοτήτων. Μετά από διαγωνισμό, από τον οποίο αναδείχθηκαν οι μελετητές, δόθηκε σε διαβούλευση όπως προβλεπόταν η τελική μελέτη. Πριν καλά – καλά τελειώσει η διαβούλευση, υπογράφεται η ΚΥΑ του χάρτη συχνοτήτων, που διαφέρει σε μεγάλο βαθμό από το χάρτη της διαβούλευσης. Ταυτόχρονα κυκλοφορούν φήμες ότι η τελική ΚΥΑ συντάχθηκε ουσιαστικά από την Digea. Αν κανείς εντοπίσει τις διαφορές, θα διαπιστώσει ότι οι φήμες αυτές έχουν βάση. Τα 295 σημεία εκπομπής του αρχικού σχεδίου μετατρέπονται σε μόνον 156, ώστε να μειωθεί το κόστος των επενδύσεων των παρόχων δικτύου. Η υπόλοιπη κάλυψη ανατίθεται (χωρίς σχέδιο) σε μικρούς αναμεταδότες (gap fillers), που θα τοποθετηθούν χωρίς αδειοδότηση εντός αστικών περιοχών. Το κυριότερο όμως είναι ότι, όπως προκύπτει από σχέδιο της Γ.Γ. Επικοινωνιών του Υπουργείου Ανάπτυξης, η αγορά των αναμεταδοτών ανατίθεται στις Δημοτικές Αρχές κάθε περιοχής. Αυτό σημαίνει ότι και πάλι οι πολίτες θα πληρώσουν τουλάχιστον το μισό (ίσως και παραπάνω) κόστος της ψηφιακής μετάβασης, το οποίο υποτίθεται θα έπρεπε να επωμιστούν αυτοί που θα αναδειχθούν πάροχοι δικτύου. Είναι μια ακόμα κλασσική χρηματοδότηση ιδιωτικών συμφερόντων από τον Έλληνα πολίτη.
4. Θα αναρωτηθεί κανείς, γιατί η Digea, μια κοινοπραξία των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών, αναλαμβάνει τόσο ενεργό ρόλο στο σχεδιασμό της ψηφιακής τηλεόρασης, αφού δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων τα αποτελέσματα της δημοπράτησης, αν δηλαδή θα είναι πάροχος δικτύου στη φάση της τελικής μετάβασης στην ψηφιακή τηλεόραση; Η Digea προβάλλει τον ισχυρισμό ότι αφού επένδυσε ως πάροχος για τα 10 μέχρι στιγμής σημεία της πρώτης φάσης, θα πρέπει να είναι de facto πάροχος και για τα υπόλοιπα 146 σημεία και μάλιστα χωρίς να πληρώνει για τις συχνότητες που θα πάρει, γιατί πληρώνει για επενδύσεις! Εύλογο επιχείρημα ιδιωτικού συμφέροντος. Είναι όμως δυνατόν να γίνει αποδεκτό από αυτούς που εκπροσωπούν το δημόσιο συμφέρον; Ελπίζουμε να μας διαψεύσουν τα γεγονότα, αλλά η μέχρι τώρα στάση της κυβέρνησης άλλα δείχνει. Η ανακοίνωση για την κατανομή των συχνοτήτων σε παρόχους δικτύου ανά περιοχή και οι διαδικασίες αδειοδότησης (βλέπε δημοπράτηση) είχε προβλεφθεί από το δεύτερο μνημόνιο να έχει ολοκληρωθεί έως 31/03/2013. Δύο ημέρες πριν τη λήξη της προθεσμίας αυτής, ο Γ.Γ. Επικοινωνιών ανακοίνωσε σε συνέδριο της ΕΕΤΤ ότι η ημερομηνία αυτή μετατίθεται για τις 30/6/2013. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο υφυπουργός Επικρατείας κ. Κεδίκογλου που το επανέλαβε, δεν μίλησε για δημοπράτηση ή για διαγωνισμό. Εντύπωση επίσης προκαλεί και η αποδοχή της αναβολής αυτής από την τρόικα.