Της Ματίνας Παπαχριστούδη στη στήλη Πισω απο τις καμερες στο ΠΡΙΝ της Κυριακής
Η άθλια δημοσιογραφία, οι ευθύνες των δημοσιογράφων Καμία έκπληξη δεν προκαλεί το είδος της συνέντευξης του Αλέξη Τσίπρα στα προβεβλημένα στελέχη του συγκροτήματος Αλαφούζου, Σία Κοσιώνη και Αλέξη Παπαχελά. Οι δυο τους επιλέχθηκαν να αντιμετωπίσουν τον πρωθυπουργό και πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ – εν γνώσει του και προφανώς με τη σύμφωνη γνώμη του για τις ερωτήσεις που θα γίνονταν – στο δικό τους γήπεδο. Στον επίσημο προπαγανδιστικό φορέα της ΝΔ, που μετέχει ενεργά και με συγκεκριμένα πρόσωπα στη διαμόρφωση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της. Οι σφοδρές αντιδράσεις που προκάλεσε στον κλάδο η έντονη μεροληψία και η ξεκάθαρα αντιπολιτευτική στάση των δυο δημοσιογράφων ήταν επίσης αναμενόμενες.
Όπως και το είδος της πρόσφατης συνέντευξης του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Γιώργο Αυτιά, παρ΄ ολίγο υποψήφιο της ΝΔ. Διαπιστώθηκε πολλάκις πως η δημοσιογραφία ασκείται στα ελληνικά μίντια σχεδόν αποκλειστικά από ενσωματωμένους σε πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, έχει έντονη σκοπιμότητα και εξυπηρετεί συγκεκριμένα αφεντικά. Δυστυχώς, όμως, όλες οι διαπιστώσεις μεταδίδονται και διαχέονται ως αντιδράσεις …καφενείου. Χωρίς καμία δηλαδή επίπτωση ή δυνατότητα αντίδρασης στο συνεχιζόμενο στραγγαλισμό της δημοσιογραφίας, του επαγγέλματος που είναι συνάμα και τέχνη, ως λειτουργία η οποία καταλαμβάνει χώρο τόσο στην οικονομία όσο και στην ιδεολογία. Το μεγάλο ερώτημα που τίθεται είναι αν υπάρχει πλέον η δυνατότητα να (εξ)ασκηθεί δημοσιογραφία σε ελληνικά Μέσα – κυρίως στα κυρίαρχα ΜΜΕ – βασισμένη στις απλές και πολύ γενικές αρχές δεοντολογίας.
Η μέχρι σήμερα πραγματικότητα δείχνει πως η απάντηση είναι αρνητική. Κανένα Μέσο, παραδοσιακό ή ψηφιακό, δεν επιδιώκει την ουδετερότητα, δεν θέλει δημοσιογράφους οι οποίοι να είναι ανεξάρτητοι, αντιθέτως επιβραβεύει με θέσεις και εξουσία όσους επιδεικνύουν σχέσεις εξάρτησης. Με κόμματα, πολιτικούς, επιχειρηματίες… Η κατάσταση αυτή είναι αποτελέσμα της ήττας του δημοσιογραφικού κλάδου την περίοδο προ κρίσης, 2009-’11, όταν τα μίντια, εκδότες και καναλάρχες μαζί, στόχευσαν και κατάφεραν τη μαζική απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Την επόμενη 3ετία, ακολούθησε το μεγάλο κύμα μαζικών απολύσεων και δεκάδων λουκέτων σε ΜΜΕ. Στη θέση τους άνοιξαν άλλα, κυρίως ηλεκτρονικά, στα οποία έγινε η μαζική ανακύκλωση δημοσιογράφων. Πειθήνιων, κακοπληρωμένων, φοβισμένων. Μια διαδικασία που ελέχθηκε και κατευθύνθηκε συνειδητά και με σχέδιο από τα υπάρχοντα συνδικαλιστικά όργανα του κλάδου τα οποία και έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τη σημερινή κατάντια
Η άθλια δημοσιογραφία, οι ευθύνες των δημοσιογράφων Καμία έκπληξη δεν προκαλεί το είδος της συνέντευξης του Αλέξη Τσίπρα στα προβεβλημένα στελέχη του συγκροτήματος Αλαφούζου, Σία Κοσιώνη και Αλέξη Παπαχελά. Οι δυο τους επιλέχθηκαν να αντιμετωπίσουν τον πρωθυπουργό και πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ – εν γνώσει του και προφανώς με τη σύμφωνη γνώμη του για τις ερωτήσεις που θα γίνονταν – στο δικό τους γήπεδο. Στον επίσημο προπαγανδιστικό φορέα της ΝΔ, που μετέχει ενεργά και με συγκεκριμένα πρόσωπα στη διαμόρφωση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της. Οι σφοδρές αντιδράσεις που προκάλεσε στον κλάδο η έντονη μεροληψία και η ξεκάθαρα αντιπολιτευτική στάση των δυο δημοσιογράφων ήταν επίσης αναμενόμενες.
Όπως και το είδος της πρόσφατης συνέντευξης του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Γιώργο Αυτιά, παρ΄ ολίγο υποψήφιο της ΝΔ. Διαπιστώθηκε πολλάκις πως η δημοσιογραφία ασκείται στα ελληνικά μίντια σχεδόν αποκλειστικά από ενσωματωμένους σε πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, έχει έντονη σκοπιμότητα και εξυπηρετεί συγκεκριμένα αφεντικά. Δυστυχώς, όμως, όλες οι διαπιστώσεις μεταδίδονται και διαχέονται ως αντιδράσεις …καφενείου. Χωρίς καμία δηλαδή επίπτωση ή δυνατότητα αντίδρασης στο συνεχιζόμενο στραγγαλισμό της δημοσιογραφίας, του επαγγέλματος που είναι συνάμα και τέχνη, ως λειτουργία η οποία καταλαμβάνει χώρο τόσο στην οικονομία όσο και στην ιδεολογία. Το μεγάλο ερώτημα που τίθεται είναι αν υπάρχει πλέον η δυνατότητα να (εξ)ασκηθεί δημοσιογραφία σε ελληνικά Μέσα – κυρίως στα κυρίαρχα ΜΜΕ – βασισμένη στις απλές και πολύ γενικές αρχές δεοντολογίας.
Η μέχρι σήμερα πραγματικότητα δείχνει πως η απάντηση είναι αρνητική. Κανένα Μέσο, παραδοσιακό ή ψηφιακό, δεν επιδιώκει την ουδετερότητα, δεν θέλει δημοσιογράφους οι οποίοι να είναι ανεξάρτητοι, αντιθέτως επιβραβεύει με θέσεις και εξουσία όσους επιδεικνύουν σχέσεις εξάρτησης. Με κόμματα, πολιτικούς, επιχειρηματίες… Η κατάσταση αυτή είναι αποτελέσμα της ήττας του δημοσιογραφικού κλάδου την περίοδο προ κρίσης, 2009-’11, όταν τα μίντια, εκδότες και καναλάρχες μαζί, στόχευσαν και κατάφεραν τη μαζική απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Την επόμενη 3ετία, ακολούθησε το μεγάλο κύμα μαζικών απολύσεων και δεκάδων λουκέτων σε ΜΜΕ. Στη θέση τους άνοιξαν άλλα, κυρίως ηλεκτρονικά, στα οποία έγινε η μαζική ανακύκλωση δημοσιογράφων. Πειθήνιων, κακοπληρωμένων, φοβισμένων. Μια διαδικασία που ελέχθηκε και κατευθύνθηκε συνειδητά και με σχέδιο από τα υπάρχοντα συνδικαλιστικά όργανα του κλάδου τα οποία και έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τη σημερινή κατάντια