Από τη Ματίνα Παπαχριστούδη στο ΠΡΙΝ της Κυριακής
Προκλητικό υπόμνημα του υπουργείου ΠΡΟΠΟ καλύπτει τα ΜΑΤ
Το ελληνικό δημόσιο χρησιμοποιεί νόμους της κατοχικής κυβέρνησης του 1943 και της χούντας για να αιτιολογήσει τις επιθέσεις των ΜΑΤ σε διαδηλωτές! Το υπόμνημα το οποίο κατέθεσε το ελληνικό δημόσιο στην πρόσφατη δίκη του δημοσιογράφου Μανώλη Κυπραίου, τον οποίο άφησε ανάπηρο μια χειροβομβίδα κρότου λάμψης τον Ιούνιο του 2011, στη διάρκεια των μεγάλων διαδηλώσεων του ελληνικού λαού ενάντια στα μνημόνια, προκαλεί και εγείρει σοβαρά ερωτηματικά για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Η πρώτη δίκη μετά από την αγωγή του δημοσιογράφου έγινε τον περασμένο Νοέμβριο και μέσα στο καλοκαίρι βγήκε η απόφαση του δικαστηρίου. Μια πρωτόγνωρη δικαστική απόφαση χωρίς περιεχόμενο καθώς η δικαστική έδρα αποφάνθηκε πως ο κατήγορος ο οποίος έχασε αποδεδειγμένα την ακοή του θα πρέπει να εξεταστεί εκ νέου από επιστήμονα για να διαπιστωθεί ο τραυματισμός του και να γίνει πάλι κατάθεση ειδικού εμπειρογνώμονα-πυροτεχνουργού, ειδικότητα που έχει μόνο η ελληνική αστυνομία!
Μια απόφαση πρόκληση της τυφλής δικαιοσύνης που περιβάλλει με προστατευτικό μανδύα τις θηριωδίες των αστυνομικών δυνάμεων.
Το πλέον προκλητικό ωστόσο είναι το υπόμνημα που κατέθεσε στη δίκη το ελληνικό δημόσιο (πιο συγκεκριμένα το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη) με το οποίο επιχειρείται να αθωωθούν οι βίαιες επιθέσεις της μονάδας των ΜΑΤ χωρίς διακριτικά με το γνωστό ρόμβο στο κράνος τους, δυνάμεις που πρωτοστάτησαν σε επιθέσεις ενάντια σε δημοσιογράφους και φωτορεπόρτερ τη διετία των μεγάλων λαϊκών κινητοποιήσεων.
Στο πολυσέλιδο έγγραφο που κατατέθηκε στη δίκη αναφέρεται επί λέξη: «Η χρήση των όπλων από τους αστυνομικούς γίνεται: α) Στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του νόμου 29/30.4.1943, εφόσον υπάρχει απόλυτη ανάγκη και αφού εξαντληθούν όλα τα ηπιότερα μέσα και β) για τη διάλυση των παράνομων δημόσιων συναθροίσεων. Στο ίδιο υπόμνημα χρησιμοποιούνται δυο νομοθετήματα της χούντας, το Βασιλικό Διάταγμα 269/1972 «Κανονισμός διαλύσεως δημόσιων συναθροίσεων» και το Νομικό Διάταγμα 794/1971.
Με τα διατάγματα της μισητής Γκεστάπο και της χούντας το ελληνικό δημόσιο υπερασπίζεται την καταστολή των διαδηλώσεων και τις βίαιες επιθέσεις εναντίον διαδηλωτών. Στην περίπτωση του Μανώλη Κυπραίου η συνέχεια είναι πιο εξοργιστική καθώς το υπουργείο της αστυνομίας ισχυρίζεται γραπτώς πως «δεν αποδείχθηκε ότι τραυματίστηκε σοβαρά (κώφωση) από χειροβομβίδα κρότου-λάμψης, ότι αυτές οι χειροβομβίδες δεν προκαλούν τραυματισμούς (!), ότι φταίει ο ίδιος ο δημοσιογράφος κατά 95% γιατί δεν φρόντισε να προστατεύσει τον εαυτό του και να μην βρίσκεται στα επεισόδια (αν και τη στιγμή της επίθεσης στον Μανώλη Κυπραίο δεν υπήρχαν επεισόδια). Προκλητικά ισχυρίζεται επίσης ότι ο δημοσιογράφος είναι «καλά» και παρά την κώφωση άμφω που έχει, βάσει των πτυχίων του και των ξένων γλωσσών που γνωρίζει μπορεί να εργαστεί είτε ως μεταφραστής σε κέντρα αλλοδαπών, είτε ως καθηγητής ξένων γλωσσών!
Με βάση τα προκλητικά αυτά επιχειρήματα το δικαστήριο απέφυγε να πάρει θέση, ζητώντας από ειδικό πυροτεχνουργό να εξετάσει μετά από 7,5 χρόνια το χώρο της στοάς στην οποία τα ΜΑΤ πέταξαν στον δημοσιογράφο τη χειροβομβίδα κρότου-λάμψης με αποτέλεσμα να κουφαθεί παντελώς. Πρωτοφανές είναι επίσης ότι ορίζεται πυροτεχνουργός ο οποίος ανήκει στην πλευρά του θύτη μιας -και είναι της Αστυνομίας- και η αιτιολογία της δικαστικής εξουσίας, κατά πληροφορίες, είναι ότι δεν υπάρχει άλλος στην Ελλάδα.
Η προκλητική απόφαση του δικαστηρίου η οποία δεν μπορεί να μείνει χωρίς κινητοποίηση του ίδιου του δημοσιογραφικού κλάδου, απαιτεί και την άμεση παρέμβαση των δημοσιογραφικών ενώσεων προς την κυβέρνηση αλλά και τις διεθνείς ενώσεις. Είναι πρόκληση να επαίρεται το υπουργείο Εξωτερικών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ότι η Ελλάδα συνέταξε το σχέδιο ψηφίσματος για την ελευθερία και την προάσπιση των δικαιωμάτων των δημοσιογράφων και του Τύπου στην περσινή ΓΣ του ΟΗΕ και την ίδια ώρα το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη να αιτιολογεί τις επιθέσεις των δυνάμεων καταστολής με νόμους της κατοχής και της χούντας.
Είναι πρόκληση και ειρωνεία να έχει οριστεί η 2α Νοεμβρίου ως Διεθνή Ημέρα Πάταξης της Ατιμωρησίας για εγκλήματα κατά των δημοσιογράφων και εδώ στην Ελλάδα να επιχειρείται από το Δημόσιο και τη Δικαιοσύνη η απόκρυψη της εγκληματικής αστυνομικής βίας εναντίον διαδηλωτών και δημοσιογράφων.
Τα αρμόδια κυβερνητικά όργανα και το Μαξίμου οφείλουν να πάρουν θέση. Θέλουν να κρύψουν το όργιο της αστυνομικής βίας από κρατικά και παρακρατικά όργανα συνεχίζοντας την εκπροσώπηση του «ελληνικού δημοσίου» με νόμους της Γκεστάπο;