ΠΑΜΕ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΜΜΕ: ΣΤΟΠ για το αντεργατικό έκτρωμα

 2021

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ 

Η κυβέρνηση στην πρόσφατη παρουσίαση του σχεδίου Νόμου για τη διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου ισχυρίζεται ότι θέλει να διασφαλίσει την «ελευθερία του εργαζόμενου» να δουλεύει όσο και όποτε θέλει. Στην πραγματικότητα όμως η μόνη «ελευθερία» που αποδέχεται η κυβέρνηση είναι αυτή του εργοδότη, να ορίζει τη δουλειά του εργαζόμενου, όπως ορίζει τη δουλειά μιας μηχανής, με ένα νομοσχέδιο που επιδιώκει να κατεδαφίσει όσα κατακτήθηκαν τα τελευταία 100 και πάνω χρόνια, σε οκτώ βήματα.

Με το νόμο καθιερώνεται 10ωρη δουλειά, που θα επιβάλλεται από τους εργοδότες με ατομικές συμβάσεις εργασίας για ένα εξάμηνο. Οι δύο επιπλέον ώρες εργασίας θα είναι χωρίς αμοιβή, με την κυβέρνηση να παραπέμπει τον εργαζόμενο σε αναπλήρωσή τους με μειωμένο ωράριο ή άδεια όποτε συμφέρει την επιχείρηση, (διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου η οποία προϋπήρχε με τη σύμφωνη γνώμη των σωματείων αλλά τώρα θα εφαρμόζεται με ατομική συμφωνία εργοδότη-εργαζόμενου, δηλαδή γίνονται ακόμη χειρότεροι οι όροι επιβολής της), το οποίο μπορεί και να μην τηρείται. Αυτό δείχνει η εμπειρία από την εφαρμογή του σε άλλες χώρες της ΕΕ.

Το νομοσχέδιο μάλιστα δεν κάνει διάκριση εφαρμογής του μέτρου για συμβάσεις ορισμένου ή αορίστου χρόνου.Επιπλέον προβλέπεται ότι οι μερικώς απασχολούμενοι όχι μόνο πρέπει να παρέχουν πρόσθετη απασχόληση αν τους ζητηθεί από την επιχείρηση, αλλά αυτό μπορεί να γίνει όχι συνεχόμενα στη βάρδιά τους, αλλά αφού μεσολαβήσει κενό. Αυτό σημαίνει ότι ενώ κάποιος προσλαμβάνεται για 4ωρο, στο τέλος της μέρας με τα διακεκομμένα ωράρια μπορεί να υποχρεώνεται να είναι πολλαπλάσιες ώρες στη δουλειά. Και σ’αυτό υπάρχει εμπειρία από την εφαρμογή του στη χώρα μας. Με λίγα λόγια αύξηση της απλήρωτης δουλειάς. Ολα αυτά αυξάνουν στο έπακρο την εκμετάλλευση σε συνδυασμό και με την εντατικοποίηση της δουλειάς.

Επιπλέον αυξάνεται το όριο υπερωριακής απασχόλησης στις 150 ώρες τις οποίες μονομερώς θα μπορούν να επιβάλλουν οι επιχειρήσεις, ενώ επικαλούμενες «επείγουσας φύσης εργασία», ακόμα κι αυτό το όριο των 150 ωρών μπορεί να ξεπερνιέται. Μέχρι τις 150 ώρες ο εργαζόμενος θα αμείβεται με προσαύξηση μόλις 40%, ενώ με το ισχύον καθεστώς για πάνω από τις 120 ώρες η προσαύξηση είναι 60%. Δηλαδή δουλειά μέχρι τελικής πτώσης, αφού είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο οτι οι επιμήκυνση του εργάσιμου χρόνου και η εντατικοποίηση της εργασίας υποσκάπτουν την υγεία και προκαλούν κίνδυνο για τη ζωή των εργαζόμενων.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που δεν κατάργησε το νόμο για τη διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου συνεχίζοντας την αύξηση της εκμετάλλευσης, επέβαλε επίσης με νόμο τη δουλειά 32 Κυριακές τον χρόνο για τους εργαζόμενους στο εμπόριο. Σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ επιβάλλει την πλήρη κατάργηση της κυριακάτικης αργίας.

Με το συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο μονιμοποιείται και επεκτείνειται στο έπακρο η τηλεργασία ως νέα μορφή «ευελιξίας», σε όφελος της εργοδοσίας καθώς αυξάνει την εντατικοποίηση της εργασίας, κάνοντας ασαφή τα όρια μεταξύ εργάσιμου και μη εργάσιμου χρόνου.

Για τους εργαζόμενους στα ΜΜΕ, ιδιαίτερα των ραδιοτηλεοπτικών ομίλων, όλες παραπάνω μορφές εργασιακών σχέσεων μπορούν να εφαρμοστούν, αν και ουσιαστικά ήδη εφαρμόζονται ιδιαίτερα με αφορμή την πανδημία, ενώ οι αρνητικές επιπτώσεις μεγεθύνονται από τις προβλέψεις του Νόμου Λιβάνιου που κατοχύρωσε υπέρ των εργοδοτών την μείωση του προσωπικού και την παραπέρα ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας. Αλλά και με την επιβολή δουλειάς σε όλα τα Μέσα ενός ομίλου με ένα μισθό, που σημαίνει περισσότερες ώρες ενταικοποιημένης δουλειάς.

Για να λειτουργήσει απρόσκοπτα για τους εργοδότες ο εργασιακός μεσαίωνας η κυβέρνηση μέσα από το συγκεκριμένο νομοσχέδιο παίρνει και επιπλέον μέτρα.

Αφαιρεί και το τελευταίο φύλλο συκής από το εδώ και πολλά χρόνια ξεδοντιασμένο ΣΕΠΕ, μετατρέποντας το σε «ανεξάρτητη αρχή» που θα αναλάβει τον «έλεγχο» στη «ζούγκλα» της αγοράς εργασίας. Στόχος κυβέρνησης και εργοδοσίας να μην υπάρχει καμιά υποχρέωση και ευθύνη για την παραβίαση έστω και αυτής της κουτσουρεμένης για τα όποια εργασιακά δικαιώματα έχουν απομείνει νομοθεσίας. Αλλά και χωρίς υποχρέωση του υπουργείου Εργασίας για τη στελέχωση της Υπηρεσίας, να μην είναι υπόλογη καμία κυβέρνηση για τις ελλείψεις ή τα πεπραγμένα της, με λίγα λόγια να αφαιρεθεί και η τελευταία πιθανότητα των εργαζόμενων να διεκδικήσουν έστω και με νομικά μέσα το δίκιο τους.

Υποκριτική είναι και η διάταξη περί «προστασίας από απολύσεις». Στην πράξη οι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν προστατεύονται, αλλά ακόμα και στην περίπτωση που δικαιωθούν από τα δικαστήρια δίνεται στον εργοδότη η δυνατότητα, έναντι κάποιου αντιτίμου, να μην ξαναπροσλάβει τον απολυμένο. Πρόκειται για ένα ακόμα «σήμα» προς την εργοδοσία ότι έχει πλήρη ασυλία να κάνει ό,τι νομίζει με τους εργαζόμενους, αφού εκτός από το ότι θα μπορεί να τους βάζει να δουλεύουν όσο και όπως θέλει, θα τους ξεφορτώνεται και όποτε θέλει. Το ίδιο ισχύει και για όσους συνδικαλιστές πάνε κόντρα σε εργοδότες και κυβερνήσεις, αφού με την κατάργηση της Επιτροπής Προστασίας Συνδικαλιστικών Στελεχών που έκρινε μέχρι τώρα τη νομιμότητα της απόλυσης συνδικαλιστών με τη συμμετοχή και δικαστικών, διευκολύνονται τα αφεντικά να ξεφορτώνονται πιο εύκολα όποιον διεκδικεί.

Το νομοσχέδιο πλήττει καίρια το συνταγματικά κατοχυρωμένο απεργιακό δικαίωμα, εισάγοντας την έννοια της «Ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας σε κλάδους κοινής ωφέλειας κατά τη διάρκεια της απεργίας», ίσο με τουλάχιστον το ένα τρίτο της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας πέραν του συνηθισμένου προσωπικού ασφαλείας, πρακτικά δηλαδή εργάζονται σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι στη βάρδια. Αυτό θα επιβάλλεται και στα ΜΜΕ στο όνομα να υπάρχει τάχα ενημέρωση.

Επιπλέον επιβάλλεται στα σωματεία η εφαρμογή ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, η οποία συνδυάζεται με την προηγούμενη διάταξη του ΣΥΡΙΖΑ περί υποχρεωτικής συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση που αποφασίζει απεργία τουλάχιστον του 50% των οικονομικά ενεργών μελών του πρωτοβάθμιου σωματείου. Το σκηνικό απεργοσπασίας συμπληρώνεται με τη διάταξη που απαγορεύει την περιφρούρηση της απεργίας καθώς κάτι τέτοιο συνιστά «παράβαση που θα οδηγεί με δικαστική απόφαση στη διακοπή της απεργίας». Επιπλέον, η δράση των συνδικάτων μπαίνει ακόμα περισσότερο υπό τον ασφυκτικό έλεγχο του κράτους, μέσα από το φακέλωμα αφού τα μητρώα των σωματείων με όλα τα στοιχεία και τα προσωπικά δεδομένα των μελών τους δίνονται στο υπουργείο δηλαδή στο κράτος. Ενώ η ηλεκτρονική ψηφοφορία επιβάλλεται και στην περίπτωση της εκλογής των συνδικαλιστικών οργάνων, σε μια ακόμα προσπάθεια να αποκτήσει η εργοδοσία καλύτερη «εικόνα» για το συνδικαλιστικό προφίλ των εργαζομένων, αλλά κυρίως για να ανοίξει δρόμο ανελεύθερων αρχαιρεσιών, επιβολής της επιλογής συνδικαλιστών αρεστών στην εργοδοσία και το κράτος και να ενισχύεται η νοθεία.

Post a Comment

أحدث أقدم

ΑΙΧΜΗΡΑ MEDIA

ΑΙΧΜΗΡΑ MEDIA
Το παρασκήνιο της παραίτησης -Οι σκαφάτες διακοπές στην Πάτμο την ώρα του πύρινου ολέθρου «έφαγαν» τον υπουργό ΠΡΟ.ΠΟ Παραιτήθηκε ο Νότης Μηταράκης από τη θέση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη, όπως έγινε γνωστό από το γραφείο Τύπου του Πρωθυπουργού. Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, ο κ. Μηταράκης υπέβαλε την παραίτησή του για προσωπικούς λόγους στον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, η οποία έγινε αποδεκτή. Πηγές του Μεγάρου Μαξίμου, αναφέρουν οτι υπήρξε ενόχληση καθώς ο μέχρι πρότινος υπουργός έκανε διακοπές στην Πάτμο και απουσίαζε από τα πύρινα μέτωπα που ήταν σε εξέλιξη σε πολλές περιοχές της χώρας. «Πυρά» για τις διακοπές του στην Πάτμο εξαπέλυσε και η Καθημερινή, αναφέροντας: «ο πρωθυπουργός μιλάει για πόλεμο και παρά τη δικαιολογημένη και μεγάλη κούραση, μένει στην Αθήνα λόγω των πυρκαγιών. Ο Βασίλης Κικίλιας το ίδιο, έχοντας αποκλείσει τις διακοπές για φέτος. Ούτε η “κήρυξη πολέμου” ούτε η πρωτοφανής κρίση που βιώνει η χώρα σταμάτησε τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη από το να εμφανιστεί χθες το πρωί σε μακρινό νησί για να ξεκινήσει τις διακοπές του, να επιβιβαστεί σε ένα σκάφος για μερικές ώρες και να επιστρέψει νωρίς το απόγευμα σαν να μην τρέχει τίποτα, με τους λουόμενους στην περιοχή να αναρωτιούνται αν έβλεπαν καλά…