Απόφαση σταθμός του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου υπέρ του δικαιώματος ΜΜΕ- δημοσιογράφων εναντίον της ελληνικής δικαιοσύνης που καταδίκασε Μέσο Ενημέρωσης για δυσφήμιση στον χαρακτηρισμό “απάντησε σε λασπολόγο” μετά από αγωγή πολιτικού προσώπου, να έχουν “την ελεύθερη γνώμη τους” η οποία προστατεύεται από την από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου – Ελευθερία έκφρασης (Άρθρο 10 ).
Ολόκληρη η υπόθεση και το χρονικό της που απλώνεται στα 20(!) τελευταία χρόνια, μπορείτε να τη διαβάσετε στην ιστοσελίδα neakriti. Για το χώρο των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων η απόφαση είναι σημαντική γιατί το Ευρωπαϊκό δικαστήριο αναγνωρίζει τη “στενότητα” με την οποία αντιμετωπίζουν τα ελληνικά δικαστήρια την ελευθερία του Τύπου κατά την εκδίκαση αγωγών του Τυποκτόνου νόμου. Η πρόσφατη έξαρση με κατάθεση τέτοιων αγωγών, κυρίως από μεγάλες εταιρείες που σκοπεύουν στην παρεμπόδιση της δημοσιότητας και τον οικονομικό εκφοβισμό δημοσιογράφων (αγωγές SLAPPs), είναι ένα δείγμα νέου τύπου φίμωσης δημοσιογράφων. Το σκεπτικό της απόφασης το οποίο αναδημοσιεύουμε από την ιστοσελίδα, δίνει μια διαφορετική κατεύθυνση για τα όρια και την προστασία της ελευθερίας του Τύπου.
Αξίζει να σημειωθεί πως στην απόφαση του Ευρωπαϊκού δικαστηρίουν αναγνωρίστηκε “κακοδικία των ελληνικών δικαστηρίων και παραβίαση των βασικών αρχών ελευθερίας της έκφρασης με βάση την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ). Η Απόφαση της 11ης Μαρτίου 2021 (Δημητρίου κατά Ελλάδας), έκρινε ότι τα ελληνικά δικαστήρια, καταδικάζοντας με αμετάκλητη απόφαση τον προσφεύγοντα Αντ. Δημητρίου, εκδότη της καθημερινής εφημερίδας του Ηρακλείου «ΝΚ», της ιστοσελίδας neakriti.gr και ιδιοκτήτη του Ομίλου «ΚΡΗΤΗ TV», σε αποζημίωση του αείμνηστου Μανόλη Καρέλλη, πρ. δημάρχου Ηρακλείου και ευρωβουλευτή λόγω «ηθικής βλάβης» από δημοσίευμα, παρέβησαν το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ.
Άρθρο 10 – Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου – Ελευθερία έκφρασης
- Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν εκφράσεως. Το δικαίωμα τούτο περιλαμβάνει την ελευθερίαν γνώμης ως και την ελευθερίαν λήψεως ή μεταδόσεως πληροφοριών ή ιδεών, άνευ επεμβάσεως δημοσίων αρχών και ασχέτως συνόρων. Το παρόν άρθρον δεν κωλύει τα Κράτη από του να υποβάλωσι τας επιχειρήσεις ραδιοφωνίας, κινηματογράφου ή τηλεοράσεως εις κανονισμούς εκδόσεως αδειών λειτουργίας.
- Η άσκησις των ελευθεριών τούτων, συνεπαγομένων καθήκοντα και ευθύνας δύναται να υπαχθή εις ωρισμένας διατυπώσεις, όρους, περιορισμούς ή κυρώσεις, προβλεπομένους υπό του νόμου και αποτελούντας αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία δια την εθνικήν ασφάλειαν, την εδαφικήν ακεραιότητα ή δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν του εγκλήματος, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής, την προστασίαν της υπολήψεως ή των δικαιωμάτων των τρίτων, την παρεμπόδισιν της κοινολογήσεως εμπιστευτικών πληροφοριών ή την διασφάλισιν του κύρους και αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας.
Με την ίδια απόφασή του, το αρμόδιο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υποχρέωσε το ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει στον προσφεύγοντα το ποσό των 27.000 ευρώ για αποκατάσταση της υλικής και ηθικής βλάβης που υπέστη από τις άδικες εγχώριες δικαστικές αποφάσεις εις βάρος του στη δικαστική διαμάχη με τον αείμνηστο πρώην δήμαρχο Ηρακλείου. Το δικαστήριο αναγνώρισε πως ένας ενημερωτικός σταθμός έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει υπό δημοσιογραφική καθ’ υπερβολήν μια απλή φράση.
Το σκεπτικό της Απόφασης
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κινήθηκε στη βάση της πάγιας νομολογίας που εδώ και χρόνια έχει διαμορφώσει στα ζητήματα της ελευθερίας της έκφρασης και της συκοφαντικής δυσφήμησης διά του Τύπου. Υπογραμμίζει «τον σημαντικό ρόλο του Τύπου σε μια δημοκρατική κοινωνία ως θεματοφύλακα» και δέχεται ότι ακριβώς λόγω αυτού του ρόλου «η δημοσιογραφική ελευθερία συνεπάγεται την πιθανή προσφυγή σε κάποια δόση υπερβολής ακόμη και πρόκλησης», την οποία κρίνει αποδεκτή.
Αναλυτικότερα, το σκεπτικό με το οποίο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δικαίωσε τον προσφεύγοντα πολίτη έναντι του ελληνικού κράτους έχει ως εξής:
Το Δικαστήριο σημειώνει επιπλέον ότι, όπως προκύπτει από τις αποφάσεις των εσωτερικών δικαστηρίων, αυτά δεν έκριναν τις επίμαχες δηλώσεις εντός του γενικού πλαισίου της υπόθεσης προκειμένου να εκτιμήσουν την πρόθεση του προσφεύγοντος. Το Δικαστήριο σημειώνει ως προς τα ανωτέρω ότι το επίμαχο άρθρο ήταν μέρος της απάντησης στα σχόλια του Ε.Κ. της 21 Φεβρουαρίου 2002. Πράγματι, το επίμαχο άρθρο με τίτλο «“ΚΡΗΤΗ TV”, απάντηση στον λασπολόγο», παρουσιαζόταν με τη μορφή απάντησης του προσφεύγοντος στις κατηγορίες του Ε.Κ. της 21ης Φεβρουαρίου 2002 και περιείχε ωσαύτως πληροφορίες που αφορούσαν τους μετόχους της εταιρείας “ΚΡΗΤΗ TV” και πληροφορούσε τους αναγνώστες ότι το κανάλι «ΚΡΗΤΗ TV» είχε ασκήσει «ένδικα μέσα για να προστατέψει την εικόνα και την αξιοπρέπειά του».
Το Δικαστήριο έχει την άποψη ότι τα εσωτερικά δικαστήρια θα έπρεπε να έχουν τοποθετήσει τις επίμαχες φράσεις εντός του πλαισίου τους. Αντιθέτως, τα εθνικά δικαστήρια έκριναν τις επίμαχες φράσεις αποσπώντας τες από το περιεχόμενο του άρθρου, συμπεραίνοντας έτσι, μεταξύ άλλων, ότι δεν ήταν αναγκαίες για να αποδοθεί η σκέψη του προσφεύγοντος και ότι «υπερέβαιναν το καθορισμένο πλαίσιο εντός του οποίου η δημοσιογραφία και η ελευθερία του Τύπου θα έπρεπε να εξελίσσονται».
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι οι εθνικές Αρχές δεν προέβαλαν ικανούς και επαρκείς λόγους για να δικαιολογήσουν την αστική καταδίκη για καταβολή αποζημίωσης στον Ε.Κ., ότι η κύρωση δεν ήταν ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό και ότι αυτή η καταδίκη δεν απαντούσε σε μία «επιτακτική κοινωνική ανάγκη» και δεν ήταν επομένως αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Υπό το πρίσμα αυτό λοιπόν, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, διαπιστώνεται παραβίαση του άρθρου 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) που προστατεύει την ελευθερία της έκφρασης.