Ο Βρετανός πολιτικός επιστήμονας Κόλιν Κράουτς στο εμβληματικό του βιβλίο «Μεταδημοκρατία» (εκδόσεις Εκκρεμές), αναφερόμενος στην τάση των ΜΜΕ να υπεραπλουστεύουν και να στοχεύουν στον εντυπωσιασμό, υποβαθμίζοντας έτσι τον πολιτικό διάλογο, γράφει: «Οι πολιτικοί αναγκάζονται και αυτοί με τη σειρά τους να ακολουθήσουν το ίδιο μοντέλο επικοινωνίας, για να διατηρήσουν κάπως τον έλεγχο στον τρόπο που μεταδίδονται τα λόγια τους: αν δεν υιοθετήσουν το ύφος της εύπεπτης κοινοτοπίας που τραβάει την προσοχή, οι δημοσιογράφοι θα αλλάξουν εκ βάθρων το μήνυμά τους. Η επικεφαλίδα είναι η μητέρα της πολιτικής κενολογίας».
Το βλέπουμε αυτό σε όλη την προεκλογική περίοδο, κατά την οποία η πολιτική επικοινωνία υποβιβάζεται στον κατώτερο μέσο όρο, με ατάκες, συνθήματα και φράσεις του συρμού, με στόχο την κατάκτηση ενός κοινού ως επί το πλείστον απαίδευτου πολιτικά. Την ευθύνη γι’ αυτόν τον υποβιβασμό την έχουν οι πολιτικοί αλλά και η συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ, τα οποία έχουν εκπαιδεύσει το κοινό τους στον κιτρινισμό, στο κουτσομπολιό και στη ρηχότητα. Ειδικότερα, τα ιδιωτικά ΜΜΕ –κανάλια, εφημερίδες, ραδιόφωνα και σάιτ–επιδίδονται καθημερινά όχι απλώς στη μασημένη τροφή για τον νου αλλά κυριολεκτικά σε εμέσματα και κοινοτοπίες.
Ενα μείζον πρόβλημα της δημοκρατίας είναι η τεράστια συγκέντρωση των ΜΜΕ σε πολύ λίγα χέρια, με αποτέλεσμα τον έλεγχο της ενημέρωσης, η οποία είναι ένα από τα βασικά κοινωνικά αγαθά αλλά και δικαιώματα.
Στη συνέχεια, η δημοκρατία απαιτεί συμμετοχή, άποψη και επιλογή και όχι αγελαίο αίσθημα, το οποίο οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην πολιτική αλλοτρίωση, στη σύγχυση και στην ποδηγέτηση από τον κάθε λαϊκιστή. Ο πολίτης σήμερα είναι ακόμα ένας καταναλωτής, αυτή τη φορά όχι προϊόντων, αλλά ιδεών, τις οποίες δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να αξιολογήσει, να ιεραρχήσει και να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα. «Ο καταναλωτής έχει θριαμβεύσει επί του πολίτη», όπως λέει και ο Κράουτς.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έφερε στα άκρα αυτά τα φαινόμενα, με τις λίστες Πέτσα, με τον ασφυκτικό έλεγχο του Αθηναϊκού και Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων και της ΕΡΤ αλλά και με τη συστηματική διαστρέβλωση της πραγματικότητας που μεταδίδεται καθημερινά από το Μαξίμου και αναπαράγεται από τα «πετσωμένα» ΜΜΕ.
Ασκώ τη δημοσιογραφία τα τελευταία τριάντα χρόνια, αλλά μπορώ να θυμηθώ πολύ περισσότερα, ωστόσο ποτέ το επάγγελμά μου δεν είχε φτάσει τόσο χαμηλά και ποτέ μια κυβέρνηση δεν είχε τέτοια τεράστια ευθύνη για την κατρακύλα του. Τελικά έχει πάτο το βαρέλι;
Τάσος Τσακίρογλου